Menu

Εξωσωματική IVF

Κατά τη διάρκεια της φαρμακευτικής διέγερσης των ωοθηκών στα πλαίσια των προγραμμάτων εξωσωματικής γονιμοποίησης, η χορήγηση αναλόγων GnRH διατηρεί σε καταστολή τα ενδογενή επίπεδα ορμονών. Σε μερικές περιπτώσεις (σε ποσοστό που κυμαίνεται από 5%-30%), παρατηρείται πρώιμη άνοδος της προγεστερόνης την ημέρα χορήγησης της hCG (τελευταία ένεση του προγράμματος).

Έχει επισημανθεί σε διάφορες μελέτες ότι η άνοδος της προγεστερόνης, συνήθως σε επίπεδα άνω του 1ng/ml, συνδέεται με μειωμένα ποσοστά κύησης, ενώ άλλοι ερευνητές αποφαίνονται ότι η άνοδος αυτή δεν φαίνεται να επηρεάζει τα ποσοστά επιτυχίας. Ο μηχανισμός μέσω του οποίου επηρεάζονται τα ποσοστά κύησης δεν έχει διευκρινιστεί πλήρως, αλλά φαίνεται πως η αύξηση της προγεστερόνης πιθανόν επιδρά αρνητικά στην ποιότητα του ενδομητρίου.

Δεδομένων των αντικρουόμενων αποτελεσμάτων στη διεθνή βιβλιογραφία, είναι απαραίτητη η διεξαγωγή περισσότερων προοπτικών τυχαιοποιημένων μελετών με μεγάλο αριθμό ασθενών, για την αποσαφήνιση του ρόλου της ανόδου της προγεστερόνης.

Η Ευγονία συμμετέχει ερευνητικά στον τομέα αυτό, σχεδιάζοντας και διενεργώντας πρωτότυπη μελέτη για την επίδραση της προγεστερόνης στα ποσοστά κύησης.

Η νέα μέθοδος Αλληλούχισης DNA Νέας Γενιάς (Next Generation Sequencing – NGS), αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα άλματα της μοριακής βιολογίας των τελευταίων 20 ετών. Η μέθοδος έχει βρει εφαρμογή σε πολυάριθμους κλάδους όπως την βιομηχανία τροφίμων, τη βοτανική, τη μικροβιολογία, τη δικανική γενετική και βεβαίως στην υγεία και ειδικά στον προεμφυτευτικό έλεγχο.

Η NGS είναι μια μέθοδος ταυτόχρονης αλληλούχισης εκατομμυρίων βάσεων DNA (των θεμελιωδών δομών που απαρτίζουν το DNA ενός ατόμου). Καταφέρνουμε δηλαδή να “διαβάσουμε” σχεδόν όλα τα “γράμματα” που συνθέτουν το “βιβλίο” που είναι το DNA μας. Η μέθοδος NGS αποτελεί ένα από τα έμπρακτα αποτελέσματα του Προγράμματος Χαρτογράφησης του Ανθρώπινου Γονιδιώματος, του θεμελιώδους προγράμματος από διεθνείς ερευνητικές ομάδες που κράτησε από το 1990 έως το 2003. Εκ τότε το κόστος αλλά και ο χρόνος αλληλούχισης του DNA έχουν πέσει δραματικά και πλέον η μέθοδος NGS είναι μια προσιτή αλλά και πρακτική μέθοδος ανεύρεσης γενετικών παθήσεων.

Όσον αφορά τον προεμφυτευτικό έλεγχο, η μέθοδος μας επιτρέπει να διαγνώσουμε τεράστιο αριθμό γενετικών νοσημάτων ταυτόχρονα, από το ίδιο δείγμα βιολογικού υλικού. Σε σύγκριση με τις παλαιότερες μεθόδους διάγνωσης η NGS έχει υψηλότερη ακρίβεια και ευαισθησία, ενώ μπορεί να ανιχνεύσει και την παρουσία μωσαϊκισμού σε ένα έμβρυο (διαφοροποιήσεις που μπορεί να έχει το DNA από κύτταρο σε κύτταρο, οι οποίες οδηγούν σε λάθος διάγνωση). Με την NGS μπορούμε να ανιχνεύσουμε τόσο χρωμοσωμικές όσο και μονογονιδιακές αλλαγές, συνδυάζοντας ουσιαστικά της παλαιότερες μεθόδους PGD και PGS και δίνοντας μας πολλαπλές πληροφορίες για την υγεία του εμβρύου. Έτσι το υγειές έμβρυο που τελικά επιλέγεται έχει τις μέγιστες πιθανότητες να δώσει μια επιτυχημένη εγκυμοσύνη.

Η διαδικασία που ακολουθείται για την NGS είναι παρόμοια με αυτή των παλαιότερων μεθόδων προεμφυτευτικής διάγνωσης. Τα έμβρυα που παράγονται μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση με ICSI καλλιεργούνται μέχρι την 5η ημέρα ώστε να φτάσουν στο στάδιο της βλαστοκύστης και στην συνέχεια οι εμβρυολόγοι κάνουν βιοψία ενός μικρού αριθμού κυττάρων. Αυτά τα κύτταρα αποστέλλονται στο εργαστήριο γενετικής ώστε να αναλυθούν με την μέθοδο NGS. Η διάγνωση μπορεί να εστιάσει σε ολόκληρο το γονιδίωμα ή μόνο σε τμήμα του.

CGH (Γονιδιωµατικός συγκριτικός υβριδισµός (comparative genomic hybridization)

Εξέλιξη της τεχνικής της προεμφυτευτικής διάγνωσης αποτελεί ο γονιδιωματικός συγκριτικός υβριδισμός σε μικροσυστοιχίες νουκλεοτιδίων (array CGH). Αυτή η μέθοδος επιτρέπει τον έλεγχο ολόκληρου του γονιδιώματος και μας παρέχει χρήσιμες πληροφορίες για την συχνότητα και το είδος των ανωμαλιών στα έμβρυα. Δίνει τη δυνατότητα ελέγχου όλων των χρωµοσωµάτων, σε αντίθεση µε την, µέχρι πρόσφατα χρησιµοποιούµενη, τεχνική FISH, η οποία εξετάζει µόνο τα χρωµοσώµατα Χ, Υ, 13, 16, 18, 21 και 22.

Το κύριο πλεονέκτημά της είναι η ικανότητα ταυτόχρονης ανεύρεσης ανευπλοειδιών, ελλείψεων,επαναλήψεων και/ή πολλαπλασιασμών που βρίσκονται σε μια συστοιχία. Επιπλέον, έχει αποδειχθεί ότι είναι ένα ισχυρό εργαλείο για την ανίχνευση πολύ μικρών χρωμοσωμικών ανωμαλιών σε άτομα με ιδιοπαθή νοητική καθυστέρηση και διάφορες γενετικές ανωμαλίες. Είναι γεγονός πως μπορεί να παρέχει ακριβείς πληροφορίες σχετικά με το μέγεθος και τις πιθανές επιδράσεις των γενετικών αλλαγών που ανευρίσκονται. Αρκετές μελέτες μεγάλης κλίμακας αποδεικνύουν ότι η τεχνική του CGH έχει ποσοστό ανίχνευσης 10% -20% των χρωμοσωμικών ανωμαλιών σε παιδιά με νοητική/αναπτυξιακή στέρηση με ή χωρίς συγγενείς ανωμαλίες. Μόνο το 3% -5% αυτών των ανωμαλιών θα μπορούσαν να ανιχνευθούν με άλλα μέσα.

Πλέον, ο γονιδιωματικός συγκριτικός υβριδισμός γίνεται ένα ουσιαστικό κλινικό διαγνωστικό εργαλείο και σταδιακά αντικαθιστά τις άλλες κυτταρογενετικές μεθόδους. Παρουσιάζει, επίσης, ελπιδοφόρα δεδομένα στην έρευνα για τον καρκίνο καθώς και στη διάγνωση, την ταξινόμηση και την πρόγνωση των διαφόρων κακοηθειών. Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι γίνεται προσπάθεια για βελτίωση της μεθόδου έτσι ώστε με ακρίβεια και ταχύτητα να έχουμε πληροφορίες για την αριθμητική χρωμοσωμική σύσταση όλων των εμβρύων που πρόκειται να μεταφερθούν σε περιστατικά εξωσωματικής γονιμοποίησης

Είναι δυνατό, με χρήση ειδικής κάμερας, η οποία ενσωματώνεται εντός ειδικού επωαστικού κλιβάνου και εξειδικευμένου λογισμικού, να έχουμε συνεχή καταγραφή της ανάπτυξης των εμβρύων (time lapse monitoring). Με αυτό τον τρόπο, ο εμβρυολόγος έχει στη διάθεσή του σημαντικές πληροφορίες για το χρόνο έναρξης, την εξέλιξη και το συγχρονισμό των κυτταρικών διαιρέσεων κάθε εμβρύου, την εμφάνιση θρυμματισμού, καθώς και για την ύπαρξη πιθανών ανωμαλιών, όπως η παρουσία πολλαπλών πυρήνων (multinucleation), ή ανάστροφης αυλάκωσης (reverse cleanage).

Να σημειωθεί ότι ο παραδοσιακός τρόπος παρακολούθησης και αξιολόγησης της ανάπτυξης των εμβρύων γίνεται με απλή μικροσκοπική παρατήρηση. Η μέθοδος αυτή χαρακτηρίζεται ως «στατική», καθώς το έμβρυο παρατηρείται στο μικροσκόπιο την δεδομένη χρονική στιγμή (snapshot), χωρίς ο εμβρυολόγος να έχει γνώση για τη συνεχή πορεία ανάπτυξης. Επιπλέον, η μικροσκοπική παρατήρηση προϋποθέτει την απομάκρυνση των εμβρύων από το ελεγχόμενο περιβάλλον του επωαστικού κλιβάνου και την έκθεσή τους σε μη βέλτιστες συνθήκες.

Με τη χρήση της τεχνολογίας time lapse, είμαστε πλέον σε θέση να παρακολουθήσουμε τη συνεχή ανάπτυξη των εμβρύων και να μελετήσουμε για πρώτη φορά διάφορα φαινόμενα της γονιμοποίησης και της εμβρυϊκής ανάπτυξης που μέχρι πρόσφατα παρέμεναν άγνωστα.

Μέσω της συνεχούς παρακολούθησης μπορούμε να εντοπίσουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια τα έμβρυα με καλή μορφολογία και σωστό ρυθμό ανάπτυξης, και ταυτόχρονα να αποκλείσουμε από πιθανή εμβρυομεταφορά έμβρυα χαμηλής ποιότητας και δυναμικής, αυξάνοντας την πιθανότητα επίτευξης και ομαλής εξέλιξης μιας κυήσεως. Το επιπλέον πλεονέκτημα είναι, ότι η συνεχής παρακολούθηση των εμβρύων επιτυγχάνεται χωρίς την ανάγκη απομάκρυνσής τους από τον επωαστικό κλίβανο, όπως απαιτείται στην παραδοσιακή αξιολόγηση. Με αυτόν το τρόπο, δε διαταράσσεται το περιβάλλον καλλιέργειας και συνεπώς διαφυλάσσεται με τον καλύτερο τρόπο η βιωσιμότητα των εμβρύων.

Η τεχνική του PICSI είναι μια καινοτόμος μέθοδος και αποτελεί εξέλιξη της τεχνικής της μικρογονιμοποίησης (ICSI). Συνίσταται σε ζευγάρια όταν διαπιστώνονται υψηλά ποσοστά ανδρικής υπογονιμότητας και χρειάζεται να εφαρμοστεί η μικρογονιμοποίηση (ICSI), αλλά επιπλέον έχει διαγνωστεί και χαμηλό ποσοστό πρόσδεσης σε υαλουρονικό οξύ (HBA test) ή υψηλό ποσοστό κατακερματισμού του DNA του σπέρματος (DFI).

Κατά τη διάρκεια του ICSI, τα σπερματοζωάρια επιλέγονται βάσει της μορφολογίας και της κινητικότητάς τους. Ωστόσο, πρόκειται για μια οπτική προσέγγιση και δεν αντανακλά σε απόλυτο βαθμό τη λειτουργία του σπέρματος και την ικανότητά του να γονιμοποιεί το ωάριο. Το PICSI μια παραλλαγή ICSI που παρέχει λειτουργικές δοκιμές για το σπέρμα προκειμένου να βοηθήσει τον εμβρυολόγο στην επιλογή του βέλτιστου σπερματοζωαρίου που θα χρησιμοποιήσει για την γονιμοποίηση των ωαρίων.

Η χρήση του PICSI βασίζεται στην ιδιότητα που έχουν μόνο τα ώριμα και χωρίς κατακερματισμό σπερματοζωάρια να προσκολλώνται σε μία πρωτεΐνη που ονομάζεται υαλουρονικό οξύ. Το ώριμο σπερματοζωάριο φέρει ειδικούς υποδοχείς για να προσκολλάται και να προκαλεί την λύση του υαλουρονικού, διαδικασία που επιτελείται φυσιολογικά κατά την γονιμοποίηση.

Το PICSI μπορεί να είναι ιδιαίτερα χρήσιμο για άνδρες με:

  • χαμηλό δείκτη ΗΒΑ
  • Υψηλό δείκτη DFI
  • προηγούμενες αποτυχημένες προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης.
  • αδυναμία ανάπτυξης του εμβρύου σε προηγούμενες προσπάθειες.
  • κακή μορφολογία των σπερματοζωαρίων.
  • μειωμένη κινητικότητα του σπέρματος.
  • σπέρμα που έχει ληφθεί με τη μέθοδο TESA ή MESA.

Διαδικασία κατάψυξης

Τα ωάρια που συλλέγονται ελέγχονται για την ωριμότητά τους και στη συνέχεια τα ώριμα (γονιμοποιήσιμα) ωάρια καταψύχονται με τη μέθοδο της υαλοποίησης. Η μέθοδος της υαλοποίησης (vitrification) παρουσιάζει υψηλά ποσοστά επιβίωσης που φθάνουν περίπου το 95%, ενώ, τόσο τα ποσοστά γονιμοποίησης, όσο και η ποιότητα των εμβρύων που προκύπτουν, είναι παρόμοια με αυτά των νωπών ωαρίων, εξασφαλίζοντας υψηλά ποσοστά κυήσεων. Τα ωάρια φυλάσσονται σε υγρό άζωτο, σε θερμοκρασία -196ο C, μέχρι την απόψυξη και γονιμοποίησή τους. Υπενθυμίζεται ότι τα ανώριμα ωάρια δεν μπορούν να γονιμοποιηθούν.

Η μέθοδος της υαλοποίησης (vitrification)

Η υαλοποίηση αποτελεί την πιο πρόσφατη μέθοδο κρυοσυντήρησης ωαρίων και εμβρύων, ενώ εφαρμόζεται σε παγκόσμιο επίπεδο με υψηλά ποσοστά επιτυχίας. Κατά την υαλοποίηση, τα ωάρια ή τα έμβρυα εκτίθενται σε ειδικά κρυοπροστατευτικά διαλύματα και κατόπιν τοποθετούνται κατευθείαν σε υγρό άζωτο. Με τον τρόπο αυτό, το εσωτερικό των κυττάρων αποκτά δομή υάλου (υαλοποίηση) και αποφεύγεται η δημιουργία κρυστάλλων, η οποία θα είχε καταστροφικές συνέπειες για τη βιωσιμότητά τους. Στην Ευγονία, ακολουθώντας τις παγκόσμιες επιστημονικές εξελίξεις, εφαρμόζουμε επιτυχώς τη μέθοδο της υαλοποίησης (vitrification) για την κατάψυξη ωαρίων, ζυγωτών, εμβρύων 2ης- 3ης ημέρας καθώς επίσης και βλαστοκύστεων με απόλυτη ασφάλεια και υψηλά ποσοστά επιτυχίας. Οι άριστα εκπαιδευμένοι και εξειδικευμένοι Εμβρυολόγοι μας εκτελούν με απόλυτη ακριβεια την διαδικασία υαλοποίησης (vitrification). Σημειωτέον ότι ο χρόνος παραμονής των ωαρίων/εμβρύων στα κρυοπροστατευτικά διαλύματα κατά την κατάψυξη και την απόψυξη είναι πολύ κρίσιμος και απαιτεί ακρίβεια δευτερολέπτων και λεπτούς χειρισμούς, από τους οποίους εξαρτάται η διατήρηση της βιωσιμότητας των ωαρίων και των εμβρύων. Η αναφερόμενη επιτυχία της χρήσης της υαλοποίησης των ωαρίων πυροδότησε μια νέα συζήτηση σχετικά με την κρυοσυντήρηση ωαρίων για τη διατήρηση της γονιμότητας χωρίς ιατρική ένδειξη.

Που εφαρμόζεται

Η κατάψυξη ωαρίων πραγματοποιείται στα πλαίσια ενός κύκλου εξωσωματικής γονιμοποίησης με λήψη φαρμακευτικής αγωγής για διέγερση των ωοθηκών. Ενδείκνυται ως μέθοδος διαφύλαξης γενετικού υλικού για γυναίκες που επιθυμούν να αναβάλουν την προσπάθεια τεκνοποίησης για το μέλλον, καθώς και σε περιπτώσεις πρόωρης ωοθηκικής ανεπάρκειας ή απουσίας σπερματοζωαρίων από το σπερματικό δείγμα ή τη βιοψία όρχεως του συντρόφου την ημέρα της ωοληψίας.

Τα τελευταία χρόνια µεγάλη εξέλιξη στο χώρο της εξωσωµατικής γονιµοποίησης έχουν µοριακές τεχνικές που προσφέρουν πρόσθετες πληροφορίες για τη βιωσιµότητα και τη δυναµική των εµβρύων. Οι τεχνικές αυτές, εξαιτίας της ονοµασίας τους  εντάσσονται στη χαρακτηριστική οµάδα των omics.

Πρόκειται για τη µελέτη του συνολικού προφίλ της δραστηριότητας του εµβρύου σε διάφορα επίπεδα έκφρασης (DNA, RNA, πρωτεϊνών ή µεταβολιτών). Έτσι, η µελέτη όλου του γονιδιώµατος ονοµάζεται genomics, της µεταγραφής RNA transcriptomics, της µετάφρασης σε πρωτεΐνες proteomics, και του µεταβολισµού metabolomics.

Οι τεχνικές αυτές, που είναι είτε επεµβατικές (genomics, transcriptomics) είτε µη επεµβατικές (proteomics, metabolomics), αποτελούν τη αιχµή του δόρατος σε επίπεδο έρευνας, ενώ άλλες ήδη εφαρµόζονται στο εµβρυολογικό εργαστήριο και αναµένεται να παίξουν σηµαντικό ρόλο στον αντικειµενικό προσδιορισµό της δυναµικής του κάθε εµβρύου µε στόχο την αύξηση των  ποσοστών κυήσεως και ιδανικά θα οδηγήσουν στην επιλογή ενός υγιούς εµβρύου για µεταφορά.

Τα καλλιεργητικά υλικά νέας γενιάς (new generation culture media), έχουν βελτιωµένη και πολύπλοκη σύσταση, και υποστηρίζουν άριστα το έµβρυο κατά την προεµφυτευτική του ανάπτυξη στο εργαστήριο.

Ειδικά για την παρατεταµένη καλλιέργεια για 5 ή 6 ηµέρες, έως το στάδιο της βλαστοκύστης, χρησιµοποιούνται τα λεγόµενα διαδοχικά καλλιεργητικά υγρά (sequential culture media), τα οποία έχουν διαφορετική σύσταση, αντανακλώντας τις συνεχώς µεταβαλλόµενες διατροφικές και µεταβολικές ανάγκες του αναπτυσσόµενου εµβρύου.

Πρόσφατα, έχουν αναπτυχθεί νέα καλλιεργητικά υγρά µε την προσθήκη ειδικών αυξητικών παραγόντων (π.χ. GM-CSF), που φαίνεται ότι ωφελούν σηµαντικά ασθενείς µε  προηγούµενες αποβολές, και ενδεχοµένως ασθενείς µε επανειληµµένες αποτυχηµένες προσπάθειες εξωσωµατικής, πτωχή ποιότητα σπέρµατος κλπ.

Η πρόοδος στο χώρο των καλλιεργητικών υγρών έχει συµβάλλει σηµαντικά στην αύξηση των ποσοστών κυήσεως.

Η εγκατάσταση του εμβρύου στο ενδομήτριο συμβαίνει μερικές ημέρες μετά τη γονιμοποίηση. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, το έμβρυο πρέπει να διαβρώσει «εκ των ένδον» τη διαφανή ζώνη, με αποτέλεσμα αυτή να λεπτύνει και το έμβρυο να εκκολαφθεί, ώστε να προσκολληθεί στο ενδομήτριο για να εγκατασταθεί (εμφύτευση). Εάν η ζώνη είναι ήδη παχύτερη του φυσιολογικού, ή εάν έχει σκληρύνει λόγω της παρατεταμένης καλλιέργειας, ή λόγω της κατάψυξης και κρυοσυντήρησης, η εκκόλαψη θεωρητικά παρεμποδίζεται. Επομένως, κατά την εξωσωματική γονιμοποίηση, ο εμβρυολόγος είναι δυνατόν να διευκολύνει την εκκόλαψη του εμβρύου, ανοίγοντας μια οπή στη διαφανή ζώνη (είτε με χημική διάβρωσή της, είτε μέσω ειδικού laser προσαρμοσμένου στο μικροσκόπιο), πριν τα έμβρυα μεταφερθούν στην κοιλότητα της μήτρας.

Εκκολαπτόμενες βλαστοκύστεις μετά την απόψυξη. Μετά τη δημιουργία τεχνητού ανοίγματος με χρήση Laser παρατηρείται έναρξη της εκκόλαψης και έξοδος της τροφοβλάστης από τη διάφανη ζώνη.

Ο αρχικός ενθουσιασµός για την προσφορά της υποβοηθούµενης εκκόλαψης στην αύξηση των ποσοστών επιτυχίας καταρρέει µε την πάροδο των χρόνων.
Ωστόσο ενδείξεις για την εφαρµογή µεθόδου αποτελούν η σκληρή ή παχιά διαφανή ζώνη των εµβρύων, η µεταφορά κρυοσυντηρηµένων εµβρύων, οι πολλές ανεπιτυχείς προσπάθειες εξωσωµατικής γονιµοποίησης, η ηλικία της ασθενούς (άνω των 40 ετών) και η υψηλή βασική τιµή της FSH (µεγαλύτερη βιολογική ηλικία των ωοθηκών).

Η «Ευγονία» προσφέρει την τεχνική της υποβοηθούμενης εκκόλαψης με χρήση laser, όταν αυτό κριθεί απαραίτητο από την επιστημονική ομάδα.

Τμήμα ωοθηκικού ιστού που καταψύχθηκε σε Τράπεζα Κρυοσυντήρησης μπορεί να επανατοποθετηθεί στο σώμα της γυναίκας από την οποία ελήφθη (αυτόλογη μεταμόσχευση) μετά την οριστική θεραπεία της από την κακοήθη νόσο.

Όταν η θέση τοποθέτησης του μοσχεύματος είναι η ανατομική θέση της ωοθήκης, η μεταμόσχευση ονομάζεται ορθοτοπική. Αν αφορά άλλο σημείο του σώματος ονομάζεται ετεροτοπική. Στην ετεροτοπική ένα μικρό τεμάχιο ωοθήκης είναι δυνατόν να μεταμοσχευθεί σε κάποια θέση πιο βολική από την ανατομική θέση της ωοθήκης (π.χ. υποδόρια), οπότε η συλλογή ωαρίων από τα ωοθυλάκια, τα οποία ωριμάζουν ύστερα από φαρμακευτική διέγερση, διευκολύνεται σημαντικά.

Τα πειραματικά δεδομένα έχουν καταδείξει τη δυνατότητα ανάκτησης της ωοθηκικής λειτουργίας τουλάχιστον για κάποιο διάστημα.


Η έρευνα αναζητά τους παράγοντες εκείνους που σχετίζονται τόσο με την επανεμφάνιση της λειτουργίας του ωοθηκικού ιστού όσο και με την αποκατάσταση της αναπαραγωγικής ικανότητας της γυναίκας.


Τόσο η αυτόλογη όσο και η ετερόλογη μεταμόσχευση ωοθηκικού ιστού προτείνεται σε πολύ ειδικές περιπτώσεις, μετά από γνωμοδότηση ομάδας αρμοδίων επιστημόνων.

Η μέθοδος, γνωστή ως IVM (in vitro maturation), στοχεύει στην τελική ωρίμανση ανώριμων ωαρίων στο εργαστήριο, με ειδικές τεχνικές, με σκοπό την όψιμη γονιμοποίησή τους. Τα ωάρια αυτά λαμβάνονται κατά την ωοληψία, από παρακέντηση ωοθυλακίων μικρής διαμέτρου. Παραπλήσια μέθοδο αποτελεί η ωρίμανση στο εργαστήριο πρωτογενών (αρχέγονων) ωοθυλακίων που προέρχονται συνήθως από κατάψυξη τεμαχιδίων ωοθηκικού ιστού, με σκοπό την απομόνωση και τελική ωρίμανση του ωαρίου.

Στην πρώτη περίπτωση, η καλλιέργεια διαρκεί λίγες ημέρες, ενώ στη δεύτερη απαιτούνται ειδικά συστήματα παρατεταμένης καλλιέργειας. Και στις δύο περιπτώσεις, ο απώτερος στόχος είναι να προκύψουν ώριμα ωάρια, ικανά να γονιμοποιηθούν.

Η μέθοδος αποτελεί μια πολλά υποσχόμενη προοπτική στην Ιατρικώς Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή (ΙΥΑ), ιδιαίτερα για ορισμένες ειδικές ομάδες γυναικών (για παράδειγμα, γυναίκες που επιθυμούν να διασφαλίσουν τη γονιμότητά τους σε νεαρή ηλικία, μέσω της κρυοσυντήρησης ωοθηκικού ιστού και να τεκνοποιήσουν αργότερα στη ζωή τους.

Προς το παρόν, η εφαρμογή της μεθόδου θεωρείται πειραματική και η αποτελεσματικότητά της είναι περιορισμένη. Άμεσοι στόχοι των ερευνητικών ομάδων στην IVM είναι η βελτίωση των τρόπων συλλογής των ωαρίων από τα μικρά ωοθυλάκια, των τεχνικών καλλιέργειάς τους και η διασφάλιση ότι τα ωάρια που ωρίμασαν με τη μέθοδο αυτή είναι φυσιολογικά.

Η μέθοδος προφυλάσσει τη γυναικεία αναπαραγωγική ικανότητα όταν αυτή απειλείται από τις εφαρμοζόμενες θεραπείες για κακοήθη νοσήματα και μπορεί να αποκαταστήσει μελλοντικά τη φυσιολογική ωοθηκική λειτουργία.

Τμήμα των ωοθηκών που περιέχει πολλά άωρα ωοθυλάκια αφαιρείται με λαπαροσκοπική χειρουργική τεχνική ή λαπαροτομία και καταψύχεται σε Τράπεζα Κρυοσυντήρησης.

Έτσι, παρέχονται οι εξής μελλοντικές προοπτικές:

  • Ωρίμανση in vitro των πρωτογενών ωοθυλακίων και των ανώριμων ωαρίων μέχρι να φθάσουν στο στάδιο του ώριμου ωαρίου και να καταστούν ικανά να γονιμοποιηθούν με τη μέθοδο της εξωσωματικής γονιμοποίησης.
  • Αυτόλογη μεταμόσχευση, δηλαδή επανατοποθέτηση του ιστού στη γυναίκα, με σκοπό την αποκατάσταση της ωοθηκικής λειτουργίας, άρα και της γονιμότητας.
  • Ετερόλογη μεταμόσχευση, δηλαδή μεταμόσχευση του ιστού σε άλλη γυναίκα, που έχει χάσει την αναπαραγωγική της ικανότητα.

Η κατάψυξη ωοθηκικού ιστού είναι αποδεκτή διεθνώς, αλλά η λειτουργικότητά του μετά από μεταμόσχευση βρίσκεται υπό μελέτη. Οι πρόοδοι είναι όμως συνεχείς και παρέχουν ελπίδα για τεκνοποίηση λ.χ. σε νέες ασθενείς με καρκίνο, που θεραπευμένες θα εκδηλώσουν επιθυμία να αποκτήσουν το δικό τους παιδί αργότερα.

Τα τελευταία χρόνια, το ενδιαφέρον πολλών ερευνητικών ομάδων έχει εστιαστεί στην ικανότητα που έχουν ορισμένα εμβρυϊκά κύτταρα, υπό συνθήκες καλλιέργειας, τόσο να πολλαπλασιάζονται όσο και να διαφοροποιούνται (εξελίσσονται) και να δίνουν γένεση σε διαφόρους ιστούς του οργανισμού. Τα εμβρυϊκά βλαστικά κύτταρα εντοπίζονται στην έσω κυτταρική μάζα του εμβρύου στο στάδιο της βλαστοκύστης.

Πειραματικά δεδομένα έχουν δείξει τη δυνατότητα καθοδήγησης των κυττάρων αυτών κατά την καλλιέργεια, έτσι ώστε να διαφοροποιηθούν προς αιμοποιητικά κύτταρα, νευρώνες, ηπατοκύτταρα και κύτταρα του μυοκαρδίου.

Οι εξελίξεις στον τομέα αυτό αποτελούν μεγάλη επιστημονική πρόκληση, γιατί θέτουν τη βάση για νέες θεραπευτικές προοπτικές πολλών νοσημάτων.

Άλλωστε, ήδη, τα πολυδύναμα βλαστικά κύτταρα του αίματος του ομφαλίου λώρου των νεογνών, είναι δυνατόν να απομονωθούν και να καταψυχθούν, με την προοπτική για μελλοντική μεταμόσχευση και θεραπεία παθήσεων του αίματος.

Η μέθοδος “metabolomics” αποτελεί μια νέα μέθοδο αξιολόγησης εμβρύων μέσω μελέτης του μεταβολισμού τους. Η μέθοδος αυτή παρέχει τη δυνατότητα να αναλύσουμε με γρήγορο και αξιόπιστο τρόπο το μεταβολισμό των εμβρύων και, σε συνδυασμό με τα μορφολογικά χαρακτηριστικά τους, να αντλήσουμε σημαντικές πληροφορίες για την ποιότητα και τη δυναμική τους. Πρόκειται για μια μη επεμβατική μέθοδο που δεν επιβαρύνει τα έμβρυα, αφού χρησιμοποιείται το καλλιεργητικό υγρό μέσα στο οποίο αυτά αναπτύσσονται, και οδηγεί στην επιλογή των καλύτερων εμβρύων για μεταφορά στη μήτρα.

Με τη νέα μέθοδο metabolomics μπορούν να αυξηθούν ακόμα περισσότερο τα ποσοστά κύησης και ταυτόχρονα να μειωθεί η πιθανότητα πολύδυμης κύησης, αφού μπορεί να περιορισθεί δραστικότερα ο αριθμός των μεταφερόμενων εμβρύων.

Η βασική ιδέα της μεθόδου είναι πρωτοποριακή, όμως η ακρίβεια των μετρήσεων φαίνεται ότι επιδέχεται βελτίωση, μετά από διεθνείς προκαταρκτικές κλινικές μελέτες που διενεργήθηκαν, στις οποίες συμμετείχε και η Ευγονία. Για το λόγο αυτό, η μέθοδος έχει τεθεί σε προσωρινή αναστολή, και αναμένεται νέα αναβαθμισμένη έκδοση με μεγαλύτερη ακρίβεια και επαναληψιμότητα των μετρήσεων, για ακόμα ακριβέστερο προσδιορισμό του καλύτερου εμβρύου με την υψηλότερη ποιότητα και δυναμική.

Έτσι, η μέθοδος metabolomics έρχεται να προστεθεί στις νέες εμβρυολογικές εξελίξεις, με σκοπό την ακόμα μεγαλύτερη αύξηση της πιθανότητας εγκυμοσύνης και απόκτησης ενός υγιούς παιδιού.

«Ευγονία» - Μονάδα Εξωσωματικής Γονιμοποίησης
Κωσταντίνου Βεντήρη 7 (HILTON), 115 28 Αθήνα

  • Email: info@eugonia.com.gr
  • Τηλ.: 210 723 6333
  • Fax: 210 721 3623

Μέλος σε:
eshre asrm esge

Google Reviews
Covid
Η μονάδα μας λειτουργεί με βάση λεπτομερές πρωτόκολλο ασφαλείας, τηρώντας όλα τα μέτρα προστασίας σύμφωνα με τις οδηγίες του ΕΟΔΥ και της ΕΑΙΥΑ όσον αφορά τον Covid-19

Φωτογραφικό υλικό

© Copyright 2025 «Ευγονία» - Μονάδα Εξωσωματικής Γονιμοποίησης στην Αθήνα Ανάπτυξη εφαρμογής NetValue. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.
Menu